Η ηθική κατολίσθηση της κατάργησης του Roe v Wade
Written by Alexandros Poupakis on July 7, 2022
Abraham Lincoln
Την Παρασκευή 24 Ιουνίου, 50 χρόνια αργότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο ανακοίνωσε ότι αντιστρέφει την απόφαση στην υπόθεση Roe v Wade, με 6 υπέρ και 3 κατά, κρίνοντας πως το δικαίωμα στις αμβλώσεις δεν πηγάζει από το Σύνταγμα. Πλέον, το δικαστικό σφυρί περνάει σε καθεμία από τις 50 πολιτείες, οι οποίες καλούνται να υιοθετήσουν δικές τους νομοθεσίες επί του θέματος, αμφισβητώντας έτσι αποφάσεις που μέχρι πρότινος θεωρούνταν δεδομένες. Και παρότι οι εποχές και νομικές κατοχυρώσεις αλλάζουν, τα ηθικά προβλήματα του άσκοπου και αυθαιρέτου περιορισμού των αμβλώσεων παραμένουν αναλλοίωτα.
Η στυγνή επιβολή ολοκλήρωσης ανεπιθύμητων κυοφοριών δεν συνιστά τίποτα λιγότερο από καταναγκαστικό έργο. Εφόσον οι γυναίκες επωμίζονται το βιολογικό βάρος της κυοφορίας και η στάση κατά των αμβλώσεων βασίζεται σε ηθικές πεποιθήσεις, παρέχει – αυτομάτως – ηθική διέξοδο υπέρ της επιβεβλημένης παροχής υπηρεσιών βάσει βιολογικών διαφορών. Κοινώς, χρησιμοποιείται στον δημόσιο διάλογο μια συλλογιστική που προσπαθεί να δικαιολογήσει την καταπάτηση ορισμένων δικαιωμάτων μιας ομάδας, ήτοι των γυναικών, λόγω των κληρονομικών ενδογενών χαρακτηριστικών τους. Οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι αντίστοιχες συλλογιστικές χρησιμοποιήθηκαν στην Αμερική στο – όχι και τόσο μακρινό – παρελθόν για να δικαιολογήσουν ψευδοεπιστημονικά και ψευδοβιολογικά την υποδούλωση των μαύρων.
Η επιβολή αυτή διαφέρει από άλλες, φαινομενικά όμοιες, όπως η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία ή η επιστράτευση εν καιρώ πολέμου, παρότι έχουν όλες φυλετικό πρόσημο και ενδέχεται να επηρεάσουν τη σωματική ακεραιότητα των επηρεαζομένων. Η πρωταρχική, ειδοποιός διαφορά εντοπίζεται στην δυνατότητα – ή μη – αφαίρεσης του φυλετικού προσήμου. Στη περίπτωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων, η διάκριση βάσει φύλου αποτελεί κοινωνική επιλογή, σε αντίθεση με την περίπτωση της κυοφορίας που είναι βιολογική πραγματικότητα. Πέρα απ’ αυτό, οι στρατιωτικές υποχρεώσεις αφορούν το σύνολο των στρατεύσιμων ανεξαρτήτως ατομικών συγκυριών, ενώ η επιβολή ολοκλήρωσης μιας εγκυμοσύνης αφορά τις γυναίκες αποκλειστικά στο πλαίσιο ατομικών συγκυριών, ακούσιων ή εκούσιων.
Η Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών το 1948 και, έχοντας εμπνεύσει πάνω από 70 συνθήκες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μπορεί να θεωρηθεί το πλησιέστερο έγγραφο που έχουμε σε μια διεθνή Magna Carta. Το Άρθρο 1 της Διακήρυξης ξεκινάει με τη φράση «όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα» και δεν αναγνωρίζει αντίστοιχα δικαιώματα για αγέννητα έμβρυα. Επιπλέον, το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, στο 36ο Γενικό Σχόλιο επί του Άρθρου 6 για το δικαίωμα στη ζωή, αναφέρει ότι απέρριψε τις προτάσεις να συμπεριληφθούν οι αγέννητοι στο πεδίο εφαρμογής του Άρθρου. Έτσι, λοιπόν, δεν αναγνωρίζεται, από τη Διακήρυξη και το Σύμφωνο, προγεννητικά το δικαίωμα στη ζωή.
Έστω όμως ότι επεκτείνουμε το πεδίο εφαρμογής, το ενδεχόμενο δικαίωμα του εμβρύου στη ζωή θα επέβαλε τη χρήση ενός ξένου σώματος και άρα την προσωρινή αφαίρεση ή περιορισμό του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του σώματος της κυοφορούσας. Αυτός ο ηθικός λογισμός δεν εφαρμόζεται ούτε στη περίπτωση της αδιαμφισβήτητης ύπαρξης του δικαιώματος στη ζωή, δηλαδή μετά τη γέννα, με οποιοδήποτε ξένο σώμα, ζων ή μη. Για αυτό δεν μπορεί να επιβληθεί σε κανέναν να γίνει δότης αίματος ή οργάνων, εν ζωή ή μετά θάνατον, ακόμη και αν η προσφορά αυτή είναι η μόνη ελπίδα για τη διάσωση μιας ανθρώπινης ζωής.
Στο θέμα του χαρακτηρισμού των αμβλώσεων σαν δολοφονίες, τόσο η ιατρική όσο και η φιλοσοφία δεν έχουν καταλήξει σε ομοφωνία επί του πότε ξεκινάει μια ανθρώπινη ζωή. Στην περίπτωση αυτή, η δικαστική εξουσία δεν είναι καθ ύλην αρμόδια να εξετάσει την ερώτηση και να αποφανθεί επ’ αυτής, άρα η ερώτηση καθαυτή, ως αναπάντητη, δεν μπορεί να είναι μέρος οποιασδήποτε νομικής επιχειρηματολογίας και μεθόδου λήψεως αποφάσεων. Αντιθέτως, μέτρο κρίσεως των εναλλακτικών οφείλει να αποτελεί η ηθική θεμελίωση τους, οι συνέπειες τους στον πραγματικό κόσμο, και η βούληση του λαού.
Βεβαίως, η δικαστική εξουσία έχει το επιπλέον καθήκον να διατηρεί νομική συνέχεια και συνέπεια μεταξύ αποφάσεων, βασιζόμενη στα υπάρχοντα νομικά κείμενα και νομικά προηγούμενα. Όμως, το καθήκον αυτό, ως τεχνικό, δεν μπορεί να αποτελεί αυτοσκοπό, ούτε να υπερτερεί έναντι αντιτιθέμενων ηθικών προβληματισμών, καθώς η δικαιοσύνη έχει αξία και χρησιμότητα μόνο στο πλαίσιο της ωφέλειας και εξυπηρέτησης του κοινωνικού συνόλου. Εν προκειμένω, ακόμα και αν η απόφαση στην υπόθεση Roe v Wade ήταν νομικά ελλιπής, η κατάργηση της με σκοπό την προάσπιση της νομικής συνέπειας αποτυγχάνει το πρωτεύον καθήκον του νόμου ως προς την κοινωνική ωφέλεια.
Πάντως, δεν μπορούμε να τρέφουμε ιδεαλιστικές αυταπάτες, καθώς στον λογισμό της πολιτικής εξουσίας, η ηθική μετατρέπεται σε πολυτέλεια και η δημαγωγία της μειοψηφίας στο εργαλείο επιλογής. Με την πολιτική σκακιέρα στημένη υπέρ των Ρεπουμπλικανών, λόγω της αριθμητικής υπεροχής ομοϊδεατών δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο, ο αναφερόμενος λόγος κατάργησης της απόφασης δεν είναι παρά μια πρόφαση. Η πρόφαση είναι το προσωπείο της προσπάθειας ικανοποίησης της φανατικής συντηρητικής ψηφοφοριακής μειοψηφίας, που αποτελεί τον στόχο. Ο στόχος, όπως καθετί που δεν έχει τη στήριξη της πλειοψηφίας, επετεύχθη ύπουλα.
Για να οριστούν δικαστές στο Ανώτατο Δικαστήριο πρέπει πρώτα να εγκριθούν από τη Γερουσία μέσα από μια ένορκη διαδικασία με σκοπό την διερεύνηση των πεποιθήσεων του εκάστοτε υποψήφιου. Σε αυτή τη διαδικασία, οι τρεις δικαστές που προτάθηκαν από τον Τραμπ κατά τη διάρκεια της θητείας του ερωτήθηκαν, μεταξύ άλλων, για τις προθέσεις τους συγκεκριμένα επί του Roe v Wade. Οι δικαστές Gorsuch, Kavanaugh, και Barrett έδωσαν επιφανειακά καθησυχαστικές απαντήσεις, τονίζοντας ότι η συγκεκριμένη απόφαση αποτελεί καθιερωμένο νόμο υπό το «stare decisis», δηλαδή το δόγμα τήρησης νομικού προηγουμένου. Φυσικά, οι απαντήσεις τους ήταν προσεγμένες και η ψήφος τους να καταργηθεί η απόφαση δεν τις αντιφάσκει, νομικά, άρα δεν μπορούν να διωχθούν για ψευδορκία.
Ήδη, 11 πολιτείες – μεταξύ των οποίων και το Τέξας – έχουν θέσει σε ισχύ καθολικές απαγορεύσεις των εκτρώσεων, με εξαιρέσεις μόνο σε κάποιες περιπτώσεις με σοβαρό κίνδυνο στην υγεία των εγκύων. Άλλες 16 πολιτείες αναμένεται να θέσουν σε ισχύ καθολικές απαγορεύσεις, με εξαιρέσεις για την υγεία των εγκύων ή περιπτώσεις βιασμού και αιμομιξίας. Και όσο αποκρουστική και μεσαιωνική ακούγεται αυτή η πραγματικότητα, οι ΗΠΑ δεν είναι παρά η τελευταία προσθήκη στη δυστοπία των αμβλώσεων. Η Μάλτα και άλλες 25 χώρες απαγορεύουν τις αμβλώσεις καθολικά, χωρίς εξαιρέσεις. Η Βραζιλία και άλλες 38 χώρες τις επιτρέπουν μόνο εάν κινδυνεύει η ζωή της εγκύου. Μονάχα το 36% του παγκόσμιου γυναικείου πληθυσμού ζουν σε χώρες που οι αμβλώσεις περιορίζονται μόνο από το εκάστοτε στάδιο κύησης.
Η απόφαση Roe v Wade ανατράπηκε λόγω επικαλούμενης έλλειψης συνταγματικής βάσης. Εφόσον όμως το Σύνταγμα έχει ήδη τροποποιηθεί 27 φορές, σίγουρα μπορεί να τροποποιηθεί ξανά, ώστε να παρέχει συνταγματική κατοχύρωση σε ένα δικαίωμα που βρίσκει σύμφωνους το 61% των Αμερικανών. Διότι ένα σύνταγμα δεν αντικατοπτρίζει το κράτος δικαίου. Αντανακλά την αίσθηση του κράτους δικαίου. Αντικατοπτρίζει αξίες ζωντανές στους πολίτες. Καθώς αλλάζουν οι καιροί, έτσι οφείλει να αλλάζει και το σύνταγμα. Και όταν το κείμενο, ή η ερμηνεία του, προωθεί τα βάσανα των ανθρώπων, κανένας δικολαβισμός δεν μπορεί να ξεπλύνει τον λεκέ της ανηθικότητας. Θα αντηχεί για πάντα στην ιστορία και θα λαμβάνει τον αντίλαλο της καταδίκης.
Όλα τα παραπάνω συντελούν στην δημιουργία μιας κοινωνικής πραγματικότητας που δεν είναι απλώς άδικη, αλλά εξόφθαλμα επιθετική απέναντι στις γυναίκες. Η συνειδησιακή καθησύχαση από εκάστοτε – δυσεφάρμοστες – νομικές προβλέψεις είναι αφελής και αποκομμένη από την πραγματικότητα. Όχι διαφορετικά από κάθε άλλη στιγμή στην ιστορία, τα δικαιώματα των γυναικών αναστέλλονται, απειλούνται ή ολότελα δεν αναγνωρίζονται. Όχι διαφορετικά από κάθε άλλη στιγμή στην ιστορία, τα δικαιώματα των γυναικών οφείλουμε να τα προστατεύσουμε. Είναι οι μητέρες, οι αδερφές, οι φίλες μας. Είναι αυτές που το σύστημα, η κοινωνία και οι θεσμοί, έχουν απογοητεύσει. Αξίζουν καλύτερα! Δικαιούνται καλύτερα!